κυκλώνας
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Ελληνικά (el) [επεξεργασία]
↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | ο | κυκλώνας | οι | κυκλώνες |
γενική | του | κυκλώνα | των | κυκλώνων |
αιτιατική | τον | κυκλώνα | τους | κυκλώνες |
κλητική | κυκλώνα | κυκλώνες | ||
όπως «αγώνας» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- κυκλώνας < (καθαρεύουσα) κυκλών < λόγιο ενδογενές δάνειο: αγγλική cyclone < αρχαία ελληνική κυκλόω / κυκλῶ < κύκλος
Προφορά[επεξεργασία]
- ΔΦΑ : /ciˈklɔ.nas/
- συλλαβισμός : κυ‐κλώ‐νας
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
κυκλώνας αρσενικό
- (μετεωρολογία) θυελλώδης άνεμος που το κύριο χαρακτηριστικό του είναι ότι περιστρέφεται γύρω από ένα κεντρικό, μετακινούμενο σημείο, και συνοδεύεται από διάφορα άλλα επικίνδυνα καιρικά φαινόμενα
- ↪ οι κυκλώνες παρατηρούνται στη διάρκεια των θερμότερων μηνών του χρόνου κυρίως στις περιοχές της Καραϊβικής θάλασσας, του κόλπου του Μεξικού κ.α.
Εκφράσεις[επεξεργασία]
- το μάτι του κυκλώνα:
- (κυριολεκτικά) το κέντρο του κυκλώνα, μικρής έκτασης περιοχή, στην οποία επικρατεί νηνεμία ή ήπια καιρικά φαινόμενα
- (μεταφορικά) το επίκεντρο άσχημων ή αρνητικών εξελίξεων ή μεγάλων ταραχών
[επεξεργασία]
- αντικυκλώνας
- αντικυκλωνικός
- κυκλωνικός
- → δείτε τις λέξεις κυκλώνω και κύκλος