λαγοκοιμάμαι

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

λαγοκοιμάμαι < λαγ(ός) + -ο- + κοιμάμαι

Προφορά[επεξεργασία]

ΔΦΑ : /la.ɣo.ciˈma.me/
τυπογραφικός συλλαβισμός: λα‐γο‐κοι‐μά‐μαι

Ρήμα[επεξεργασία]

λαγοκοιμάμαι, αόρ.: λαγοκοιμήθηκα, μτχ.π.π.: λαγοκοιμισμένος

Κλίση[επεξεργασία]

Μεταφράσεις[επεξεργασία]