λαφιάζω

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

λαφιάζω < αλαφιάζω / ελαφιάζω < ελάφι

Ρήμα[επεξεργασία]

λαφιάζω

Πηγές[επεξεργασία]

Κλίση[επεξεργασία]

Μεταφράσεις[επεξεργασία]