λαψάνη

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η λαψάνη οι λαψάνες
      γενική της λαψάνης των λαψανών
    αιτιατική τη λαψάνη τις λαψάνες
     κλητική λαψάνη λαψάνες
Κατηγορία όπως «νίκη» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία [επεξεργασία]

λαψάνη (διαχρονικό δάνειο) αρχαία ελληνική λαψάνη

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

λαψάνη θηλυκό

Πηγές[επεξεργασία]



Αρχαία ελληνικά (grc)[επεξεργασία]

ελληνιστική κοινή (αρχαία κλίση)
δε μαρτυρείται δυϊκός αριθμός
↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική λαψάνη αἱ ...?...αι
      γενική τῆς λαψάνης τῶν λαψανῶν
      δοτική τῇ λαψάν ταῖς λαψάναις
    αιτιατική τὴν λαψάνην τὰς λαψάνᾱς
     κλητική ! λαψάνη ...?...αι
  δυϊκός
ονομ-αιτ-κλ τὼ  λαψάν
γεν-δοτ τοῖν  λαψάναιν
Δεν υπάρχουν πληροφορίες για την προσωδία
του δίχρονου φωνήεντος στην παραλήγουσα.
Δεν γνωρίζουμε πώς τονίζεται η ονομαστική πληθυντικού.
1η κλίση, ομάδα 'γνώμη', Κατηγορία 'γνώμη' όπως «γνώμη» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία [επεξεργασία]

λαψάνη λείπει η ετυμολογία

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

λαψάνη θηλυκό (ελληνιστική κοινή)

Άλλες μορφές[επεξεργασία]

Πηγές[επεξεργασία]