Μετάβαση στο περιεχόμενο

λεγεών

Από Βικιλεξικό
ελληνιστική κοινή (αρχαία κλίση)
δε μαρτυρείται δυϊκός αριθμός
 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική λεγεών αἱ λεγεῶνες
      γενική τῆς λεγεῶνος τῶν λεγεώνων
      δοτική τῇ λεγεῶν ταῖς λεγεῶσῐ(ν)
    αιτιατική τὴν λεγεῶν τὰς λεγεῶνᾰς
     κλητική ! λεγεών λεγεῶνες
  δυϊκός
ονομ-αιτ-κλ τὼ  λεγεῶνε
γεν-δοτ τοῖν  λεγεώνοιν
3η κλίση, Κατηγορία 'χειμών' όπως «χειμών» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
λεγεών < (άμεσο δάνειο) λατινική legio, γενική ōnis

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

λεγεών, -ῶνος θηλυκό

Άλλες γραφές

[επεξεργασία]

Παράγωγα

[επεξεργασία]