λεδεβουρίτης
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- λεδεβουρίτης < πήρε την ονομασία του από τον Γερμανό μεταλλουργό Καρλ Χέινριχ Άντολφ Λέντεμπουρ (1837–1906), που πρώτος την παρατήρησε το 1882
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
λεδεβουρίτης αρσενικό
- μικρογραφική ευτηκτική δομή που παρατηρείται στους χυτοσιδήρους, δηλ. στα κράματα σιδήρου–άνθρακα που περιέχουν 2,06 έως 6,67% κ.β. C. Σχηματίζεται στους 1147 °C.
Δείτε επίσης[επεξεργασία]
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
λεδεβουρίτης