λεφτουδάκια
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- λεφτουδάκια < → λείπει η ετυμολογία
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
λεφτουδάκια ουδέτερο, μόνο στον πληθυντικό
- υποκοριστικό του: λεφτά (χρήματα)
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
για γλώσσες που δεν διαχωρίζουν το υποκοριστικό σε αυτόν τον όρο (ή γενικά) δείτε λεφτά
λεφτουδάκια
|