ληξιπρόθεσμος
Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Επίθετο
1.2.1
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
[
επεξεργασία
]
↓
πτώσεις
ενικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
ο
ληξιπρόθεσμ
ος
η
ληξιπρόθεσμ
η
το
ληξιπρόθεσμ
ο
γενική
του
ληξιπρόθεσμ
ου
της
ληξιπρόθεσμ
ης
του
ληξιπρόθεσμ
ου
αιτιατική
τον
ληξιπρόθεσμ
ο
τη
ληξιπρόθεσμ
η
το
ληξιπρόθεσμ
ο
κλητική
ληξιπρόθεσμ
ε
ληξιπρόθεσμ
η
ληξιπρόθεσμ
ο
↓
πτώσεις
πληθυντικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
οι
ληξιπρόθεσμ
οι
οι
ληξιπρόθεσμ
ες
τα
ληξιπρόθεσμ
α
γενική
των
ληξιπρόθεσμ
ων
των
ληξιπρόθεσμ
ων
των
ληξιπρόθεσμ
ων
αιτιατική
τους
ληξιπρόθεσμ
ους
τις
ληξιπρόθεσμ
ες
τα
ληξιπρόθεσμ
α
κλητική
ληξιπρόθεσμ
οι
ληξιπρόθεσμ
ες
ληξιπρόθεσμ
α
Κατηγορία
όπως «
όμορφος
» -
Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές
Ετυμολογία
[
επεξεργασία
]
ληξιπρόθεσμος
<
λήξη
+
προθεσμία
Επίθετο
[
επεξεργασία
]
ληξιπρόθεσμος, -η, -ο
(
οικονομία
) που έχει λήξει η προθεσμία του
Μεταφράσεις
[
επεξεργασία
]
ληξιπρόθεσμος
γαλλικά
: à
terme
(fr)
échu
(fr)
,
Κατηγορίες
:
Επίθετα που κλίνονται όπως το 'όμορφος' (νέα ελληνικά)
Νέα ελληνικά
Επίθετα (νέα ελληνικά)
Αντίστροφο λεξικό (νέα ελληνικά)
Οικονομία (νέα ελληνικά)
Αντίστροφο λεξικό (ελληνικά)
Μενού πλοήγησης
Προσωπικά εργαλεία
Δίχως Σύνδεση
Σελίδα συζήτησης αυτής της διεύθυνσης IP
Συνεισφορές
Δημιουργία λογαριασμού
Σύνδεση
Ονοματοχώροι
Σελίδα
Συζήτηση
Ελληνικά
Προβολές
Ανάγνωση
Επεξεργασία
Προβολή ιστορικού
Περισσότερα
Αναζήτηση
Πλοήγηση
Κύρια Σελίδα
Πρόσφατες αλλαγές
Κατηγορίες
Δημιουργήστε!
Ζητήστε!
Βικιδημία - Talk
Σελίδες συζήτησης
Νέες σελίδες
Τυχαία σελίδα
Βοήθεια
Πρότυπα
Δωρεές
Εργαλειοθήκη
Συνδέσεις προς εδώ
Σχετικές αλλαγές
Επιφόρτωση αρχείου
Ειδικές σελίδες
Σταθερός σύνδεσμος
Πληροφορίες σελίδας
Παραπομπή αυτής της σελίδας
Λάβετε συντομευμένη διεύθυνση URL
Download QR code
Εκτύπωση/εξαγωγή
Δημιουργία βιβλίου
Κατέβασμα ως PDF
Εκτυπώσιμη έκδοση
Άλλες γλώσσες
English