λιανοπούλημα
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
λιανοπούλημα ουδέτερο
- η λιανική
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
λιανοπούλημα
|
λιανοπούλημα ουδέτερο
|