λιγόφαγος
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- λιγόφαγος < ολιγοφάγος, μορφολογικά αναλύεται λιγό- + -φαγος
Επίθετο[επεξεργασία]
λιγόφαγος, -η, -ο
- άλλη μορφή του ολιγοφάγος
ΣυνώνυμαΑντώνυμα[επεξεργασία]
- → δείτε τη λέξη ολιγοφάγος
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
λιγόφαγος
|