λιθομαντεία
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
λιθομαντεία θηλυκό
- προσπάθεια πρόβλεψης του μέλλοντος βασιζόμενη στην παρατήρηση πολύτιμων λίθων
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
λιθομαντεία