λιθουανιστί
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Επίρρημα[επεξεργασία]
λιθουανιστί
- (λόγιο) στα λιθουανικά, στη λιθουανική γλώσσα
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
λιθουανιστί
|