λιόκουρα

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Δείτε επίσης: Λιόκουρα

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

Προφορά[επεξεργασία]

ΔΦΑ : /ˈʎo.ku.ɾa/
τυπογραφικός συλλαβισμός: λιό‐κου‐ρα

Κλιτικός τύπος ουσιαστικού[επεξεργασία]

λιόκουρα ουδέτερο (δημοτική)

Πηγές[επεξεργασία]