λονδρέζικος
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- λονδρέζικος < Λονδρέζος
Επίθετο[επεξεργασία]
λονδρέζικος, -η, -ο
- που αναφέρεται στο Λονδίνο και/ή τους κατοίκους του