λουκουμάς
Εμφάνιση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]
Ετυμολογία
[επεξεργασία]
Προφορά
[επεξεργασία]- ΔΦΑ : /lu.kuˈmas/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : λου‐κου‐μάς
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]λουκουμάς αρσενικό
- (γλυκό) γλύκισμα από ζύμη που τηγανίζεται και σερβίρεται περιχυμένο με μέλι ή πασπαλισμένο με ζάχαρη
- (μεταφορικά) μειωτική προσφώνηση για άνθρωπο μαλθακό, πλαδαρό
- ≈ συνώνυμα: → δείτε στο βουτυρόπαιδο
Άλλες μορφές
[επεξεργασία]- λοκμάς (παρωχημένο)
- παλιά πολυτονική γραφή: λουκουμᾶς
Εκφράσεις
[επεξεργασία]Παράγωγα
[επεξεργασία]- λουκουμαδιέρα
- λουκουμάδικο
- λουκουμαδομηχανή
- λουκουματζής
- λουκουματζίδικο, λουκουματσίδικο
- → δείτε και τη λέξη λουκούμι
Δείτε επίσης
[επεξεργασία]-
λουκουμάς στη Βικιπαίδεια
- Δε σχετίζεται με την ισπανική lúcuma (ονομασία φρούτου του δέντρου Pouteria lucuma.
Μεταφράσεις
[επεξεργασία] λουκουμάς
|
Αναφορές
[επεξεργασία]- ↑ σελ. 1638 - J.W. Redhouse, A Turkish and English Lexicon. Shewing in English: The Significations of the Turkish Terms [Τουρκικό (οθωμανικό) και αγγλικό λεξικό] (Κωνσταντινούπολη: Printed for the American Mission by A.H. Boyajian, 1884) (ανατύπωση: Βηρυτός: Librairie du Liban, 1974 & 1987).
- ↑ λουκουμάς - Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής (1998) του Ιδρύματος Μανόλη Τριανταφυλλίδη (συντομογραφίες-σύμβολα). Η Πύλη για την ελληνική γλώσσα, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας
Πηγές
[επεξεργασία]Κατηγορίες:
- Ουσιαστικά που κλίνονται όπως το 'ψαράς' (νέα ελληνικά)
- Ουσιαστικά αρσενικά (νέα ελληνικά)
- Δάνεια από τα οθωμανικά τουρκικά (νέα ελληνικά)
- Προέλευση λέξεων από τα οθωμανικά τουρκικά (νέα ελληνικά)
- Λέξεις με επίθημα -ς (νέα ελληνικά)
- Προέλευση λέξεων από τα αραβικά (νέα ελληνικά)
- Λήμματα με προφορά ΔΦΑ (νέα ελληνικά)
- Νέα ελληνικά
- Ουσιαστικά (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (νέα ελληνικά)
- Γλυκά (νέα ελληνικά)
- Μεταφορικοί όροι (νέα ελληνικά)
- Μειωτικοί όροι (νέα ελληνικά)
- Προσφωνήσεις (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (ελληνικά)