λοχαγέ
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Κλιτικός τύπος ουσιαστικού[επεξεργασία]
λοχαγέ αρσενικό ή θηλυκό
Αρχαία ελληνικά (grc)[επεξεργασία]
Κλιτικός τύπος ουσιαστικού[επεξεργασία]
λοχαγέ αρσενικό
- (δωρικός τύπος ) κλητική ενικού του λοχαγός