λυτάρι
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | το | λυτάρι | τα | λυτάρια |
γενική | του | λυταριού | των | λυταριών |
αιτιατική | το | λυτάρι | τα | λυτάρια |
κλητική | λυτάρι | λυτάρια | ||
Οι καταλήξεις -ιού, -ια, -ιών προφέρονται με συνίζηση. | ||||
Κατηγορία όπως «τραγούδι» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- λυτάρι < → λείπει η ετυμολογία
Προφορά[επεξεργασία]
- ΔΦΑ : /liˈta.ɾi/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : λυ‐τά‐ρι
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
λυτάρι ουδέτερο
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
λυτάρι
→ δείτε τη λέξη λητάρι |