μέχρις

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

μέχρις < αρχαία ελληνική μέχρις

Πρόθεση[επεξεργασία]

μέχρις

  1. μέχρι (πριν από φωνήεν)



Αρχαία ελληνικά (grc)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

μέχρις < μέχρι + ς (για λόγους ευφωνίας)

Πρόθεση[επεξεργασία]

μέχρις

  1. μέχρι (πριν από φωνήεν)