μίνιμουμ

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

μίνιμουμ < (άμεσο δάνειο) αγγλική minimum

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

μίνιμουμ ουδέτερο άκλιτο

Μεταφράσεις[επεξεργασία]