μανικετόκουμπο
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
μανικετόκουμπο ουδέτερο
- μικρό μεταλλικό διακοσμητικό αξεσουάρ, (συνήθως) για άνδρες που φοριέται στην κουμπότρυπα της μανσέτας
- σχήμα κρυστάλλου χιονιού που μοιάζει σε μανικετόκουμπο