μανικώνω
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Ρήμα[επεξεργασία]
μανικώνω
Κλίση[επεξεργασία]
Ενεργητική φωνή
Εξακολουθητικοί χρόνοι | ||||||
---|---|---|---|---|---|---|
πρόσωπα | Ενεστώτας | Παρατατικός | Εξ. Μέλλ. | Υποτακτική | Προστακτική | Μετοχή |
α' ενικ. | μανικώνω | μανίκωνα | θα μανικώνω | να μανικώνω | μανικώνοντας | |
β' ενικ. | μανικώνεις | μανίκωνες | θα μανικώνεις | να μανικώνεις | μανίκωνε | |
γ' ενικ. | μανικώνει | μανίκωνε | θα μανικώνει | να μανικώνει | ||
α' πληθ. | μανικώνουμε | μανικώναμε | θα μανικώνουμε | να μανικώνουμε | ||
β' πληθ. | μανικώνετε | μανικώνατε | θα μανικώνετε | να μανικώνετε | μανικώνετε | |
γ' πληθ. | μανικώνουν(ε) | μανίκωναν μανικώναν(ε) |
θα μανικώνουν(ε) | να μανικώνουν(ε) | ||
Συνοπτικοί χρόνοι | ||||||
πρόσωπα | Αόριστος | Συνοπτ. Μέλλ. | Υποτακτική | Προστακτική | Απαρέμφατο | |
α' ενικ. | μανίκωσα | θα μανικώσω | να μανικώσω | μανικώσει | ||
β' ενικ. | μανίκωσες | θα μανικώσεις | να μανικώσεις | μανίκωσε | ||
γ' ενικ. | μανίκωσε | θα μανικώσει | να μανικώσει | |||
α' πληθ. | μανικώσαμε | θα μανικώσουμε | να μανικώσουμε | |||
β' πληθ. | μανικώσατε | θα μανικώσετε | να μανικώσετε | μανικώστε | ||
γ' πληθ. | μανίκωσαν μανικώσαν(ε) |
θα μανικώσουν(ε) | να μανικώσουν(ε) | |||
Συντελεσμένοι χρόνοι | ||||||
πρόσωπα | Παρακείμενος | Υπερσυντέλικος | Συντελ. Μέλλ. | Υποτακτική | Προστακτική | |
α' ενικ. | έχω μανικώσει | είχα μανικώσει | θα έχω μανικώσει | να έχω μανικώσει | ||
β' ενικ. | έχεις μανικώσει | είχες μανικώσει | θα έχεις μανικώσει | να έχεις μανικώσει | ||
γ' ενικ. | έχει μανικώσει | είχε μανικώσει | θα έχει μανικώσει | να έχει μανικώσει | ||
α' πληθ. | έχουμε μανικώσει | είχαμε μανικώσει | θα έχουμε μανικώσει | να έχουμε μανικώσει | ||
β' πληθ. | έχετε μανικώσει | είχατε μανικώσει | θα έχετε μανικώσει | να έχετε μανικώσει | ||
γ' πληθ. | έχουν μανικώσει | είχαν μανικώσει | θα έχουν μανικώσει | να έχουν μανικώσει |
|
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
μανικώνω
|
Πηγές[επεξεργασία]
- Πάπυρος–Λαρούς–Μπριτάννικα: Λεξικό της ελληνικής γλώσσας, αρχαίας - μεσαιωνικής - νέας, ερμηνευτικό - ετυμολογικό. Αθήνα: Πάπυρος, 1981‑1994, έκδοση: 2013.