μαντζούνι
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | το | μαντζούνι | τα | μαντζούνια |
γενική | του | μαντζουνιού | των | μαντζουνιών |
αιτιατική | το | μαντζούνι | τα | μαντζούνια |
κλητική | μαντζούνι | μαντζούνια | ||
Οι καταλήξεις -ιού, -ια, -ιών προφέρονται με συνίζηση. | ||||
Κατηγορία όπως «τραγούδι» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
[επεξεργασία]- μαντζούνι < ματζούνι με ερρινοποίηση του [d͡z]
Προφορά
[επεξεργασία]- ΔΦΑ : /manˈd͡zu.ni/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : μαν‐τζού‐νι
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]μαντζούνι ουδέτερο
- άλλη προφορά του ματζούνι
Μεταφράσεις
[επεξεργασία] μαντζούνι
|