μαξιλαροπόλεμος

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο μαξιλαροπόλεμος οι μαξιλαροπόλεμοι
      γενική του μαξιλαροπόλεμου των μαξιλαροπόλεμων
    αιτιατική τον μαξιλαροπόλεμο τους μαξιλαροπόλεμους
     κλητική μαξιλαροπόλεμε μαξιλαροπόλεμοι
Κατηγορία όπως «αντίλαλος» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία [επεξεργασία]

μαξιλαροπόλεμος < μαξιλάρ(ι) + -ο- + -πόλεμος

Προφορά[επεξεργασία]

ΔΦΑ : /ma.ksi.ka.ɾoˈpo.le.mos/
τυπογραφικός συλλαβισμός: μα‐ξι‐λα‐ρο‐πό‐λε‐μος

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

μαξιλαροπόλεμος αρσενικό

Μεταφράσεις[επεξεργασία]