μαρμαρόστρωτος

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός      
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική ο μαρμαρόστρωτος η μαρμαρόστρωτη το μαρμαρόστρωτο
      γενική του μαρμαρόστρωτου της μαρμαρόστρωτης του μαρμαρόστρωτου
    αιτιατική τον μαρμαρόστρωτο τη μαρμαρόστρωτη το μαρμαρόστρωτο
     κλητική μαρμαρόστρωτε μαρμαρόστρωτη μαρμαρόστρωτο
↓ πτώσεις   πληθυντικός  
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική οι μαρμαρόστρωτοι οι μαρμαρόστρωτες τα μαρμαρόστρωτα
      γενική των μαρμαρόστρωτων των μαρμαρόστρωτων των μαρμαρόστρωτων
    αιτιατική τους μαρμαρόστρωτους τις μαρμαρόστρωτες τα μαρμαρόστρωτα
     κλητική μαρμαρόστρωτοι μαρμαρόστρωτες μαρμαρόστρωτα
Κατηγορία όπως «όμορφος» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές

.

Ετυμολογία [επεξεργασία]

μαρμαρόστρωτος < μάρμαρο + -στρωτος < στρώνω

Επίθετο[επεξεργασία]

μαρμαρόστρωτος,η,ο

Μεταφράσεις[επεξεργασία]