μασκαρπόνε

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
συσκευασμένο μασκαρπόνε

Ετυμολογία

[επεξεργασία]

μασκαρπόνε < (άμεσο δάνειο) ιταλική mascarpone

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

μασκαρπόνε ουδέτερο άκλιτο

Μεταφράσεις

[επεξεργασία]