μεγαλογιατρός

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]


↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο μεγαλογιατρός οι μεγαλογιατροί
      γενική του μεγαλογιατρού των μεγαλογιατρών
    αιτιατική τον μεγαλογιατρό τους μεγαλογιατρούς
     κλητική μεγαλογιατρέ μεγαλογιατροί
Κατηγορία όπως «ναός» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία [επεξεργασία]

μεγαλογιατρός < μεγάλος + γιατρός

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

μεγαλογιατρός αρσενικό ή θηλυκό

Μεταφράσεις[επεξεργασία]