μεγαλοκέφαλος
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- μεγαλοκέφαλος < αρχαία ελληνική μεγαλοκέφαλος < μέγας + κεφαλή
Επίθετο[επεξεργασία]
μεγαλοκέφαλος
Άλλες μορφές[επεξεργασία]
Αντώνυμα[επεξεργασία]
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
μεγαλοκέφαλος