μελοδραματικά
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]μελοδραματικά < μελοδραματικός + -ά < μελόδραμα
Επίρρημα
[επεξεργασία]μελοδραματικά
Αντώνυμα
[επεξεργασία]Μεταφράσεις
[επεξεργασία] μελοδραματικά
|
Κλιτικός τύπος επιθέτου
[επεξεργασία]μελοδραματικά
- ονομαστική, αιτιατική και κλητική πληθυντικού του μελοδραματικό