μελό
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- μελό < μελοδραματικός
Επίθετο[επεξεργασία]
μελό άκλιτο
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
μελό ουδέτερο άκλιτο
- μελοδραματική κινηματογραφική ταινία
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
μελό
|