μεσανατολικός
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- μεσανατολικός < Μέση Ανατολή
Επίθετο[επεξεργασία]
μεσανατολικός -ή -ό
- που αναφέρεται ή ανήκει στη Μέση Ανατολή
- μεσανατολικό ζήτημα
Συγγενικά[επεξεργασία]
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
μεσανατολικός
|