μεσοβέζικα
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- μεσοβέζικα < μεσοβέζικ(ος) + -α
Επίρρημα[επεξεργασία]
μεσοβέζικα
- με μεσοβέζικο τρόπο
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
μεσοβέζικα
|
Κλιτικός τύπος επιθέτου[επεξεργασία]
μεσοβέζικα
- ονομαστική, αιτιατική και κλητική πληθυντικού, ουδέτερου γένους του μεσοβέζικος