μεσολόβιο

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το μεσολόβιο τα μεσολόβια
      γενική του μεσολοβίου
μεσολόβιου
των μεσολοβίων
    αιτιατική το μεσολόβιο τα μεσολόβια
     κλητική μεσολόβιο μεσολόβια
Κατηγορία όπως «πρόσωπο» - Παράρτημα:Ουσιαστικά
το μεσολόβιο του εγκεφάλου

Ετυμολογία [επεξεργασία]

μεσολόβιο < λείπει η ετυμολογία

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

μεσολόβιο ουδέτερο

Μεταφράσεις[επεξεργασία]