μεταβλητή κλάσης
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Πολυλεκτικός όρος[επεξεργασία]
μεταβλητή κλάσης
Αντώνυμα[επεξεργασία]
- μεταβλητή αντικειμένου
- ιδιότητα ή χαρακτηριστικό αντικειμένου
- πεδίο αντικειμένου
Συνώνυμα[επεξεργασία]
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
μεταβλητή κλάσης