μεταθεραπευτικός

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός      
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική ο μεταθεραπευτικός η μεταθεραπευτική το μεταθεραπευτικό
      γενική του μεταθεραπευτικού της μεταθεραπευτικής του μεταθεραπευτικού
    αιτιατική τον μεταθεραπευτικό τη μεταθεραπευτική το μεταθεραπευτικό
     κλητική μεταθεραπευτικέ μεταθεραπευτική μεταθεραπευτικό
↓ πτώσεις   πληθυντικός  
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική οι μεταθεραπευτικοί οι μεταθεραπευτικές τα μεταθεραπευτικά
      γενική των μεταθεραπευτικών των μεταθεραπευτικών των μεταθεραπευτικών
    αιτιατική τους μεταθεραπευτικούς τις μεταθεραπευτικές τα μεταθεραπευτικά
     κλητική μεταθεραπευτικοί μεταθεραπευτικές μεταθεραπευτικά
Κατηγορία όπως «καλός» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές

Ετυμολογία [επεξεργασία]

μεταθεραπευτικός < μετα- + θεραπευτικός ((μεταφραστικό δάνειο) αγγλική follow-up)

Επίθετο[επεξεργασία]

μεταθεραπευτικός

Μεταφράσεις[επεξεργασία]