μεταλλοφόρος

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός      
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική ο μεταλλοφόρος η μεταλλοφόρος
μεταλλοφόρα
το μεταλλοφόρο
      γενική του μεταλλοφόρου της μεταλλοφόρου
μεταλλοφόρας
του μεταλλοφόρου
    αιτιατική τον μεταλλοφόρο τη μεταλλοφόρο
μεταλλοφόρα
το μεταλλοφόρο
     κλητική μεταλλοφόρε μεταλλοφόρε
μεταλλοφόρα
μεταλλοφόρο
↓ πτώσεις   πληθυντικός  
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική οι μεταλλοφόροι οι μεταλλοφόροι
μεταλλοφόρες
τα μεταλλοφόρα
      γενική των μεταλλοφόρων των μεταλλοφόρων των μεταλλοφόρων
    αιτιατική τους μεταλλοφόρους τις μεταλλοφόρους
μεταλλοφόρες
τα μεταλλοφόρα
     κλητική μεταλλοφόροι μεταλλοφόροι
μεταλλοφόρες
μεταλλοφόρα
ομάδα '-ος -ος -ο & -α', Κατηγορία όπως «ζημιογόνος» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές

Ετυμολογία [επεξεργασία]

μεταλλοφόρος < μετάλλ(ευμα) + -ο- + -φόρος / μετάλλ(ο) + -ο- + -φόρος

Επίθετο[επεξεργασία]

μεταλλοφόρος, -ος/-α, -ο

  1. που περιέχει μετάλλευμα
    ※  Το Ανατολικό τμήμα είναι η γνωστή μεταλλοφόρος περιοχή του Λαυρίου (Γεωλογία & γεωμορφολογία, geoparklavreotiki.gr [1])
  2. που περιέχει μέταλλα
    ※  Συγκριτική μελέτη μεθόδων ποσοτικοποίησης της περιβαλλοντικής επιβάρυνσης των θαλάσσιων ιζημάτων από μεταλλοφόρα βιομηχανικά απόβλητα, ΤΕΙ Δυτικής Ελλάδας, 1996 ([2])

Μεταφράσεις[επεξεργασία]