μεταξοσκώληκας

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο μεταξοσκώληκας οι μεταξοσκώληκες
      γενική του μεταξοσκώληκα των μεταξοσκωλήκων
    αιτιατική τον μεταξοσκώληκα τους μεταξοσκώληκες
     κλητική μεταξοσκώληκα μεταξοσκώληκες
Κατηγορία όπως «φύλακας» - Παράρτημα:Ουσιαστικά
Μεταξοσκώληκες.

Ετυμολογία [επεξεργασία]

μεταξοσκώληκας < μέταξ(α) (μετάξι) + -ο- + -σκώληκας (< σκώληξ), λόγια επίδραση στο μεταξοσκούληκο [1]
Η λέξη μαρτυρείται από το 1838 (καθαρεύουσα) μεταξοσκώληξ

Προφορά[επεξεργασία]

ΔΦΑ : /me.ta.ksoˈsko.li.kas/
τυπογραφικός συλλαβισμός: με‐τα‐ξο‐σκώ‐λη‐κας

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

μεταξοσκώληκας αρσενικό

Άλλες μορφές[επεξεργασία]

Συνώνυμα[επεξεργασία]

Συγγενικά[επεξεργασία]

→ και δείτε τις λέξεις μέταξα και σκουλήκι

Δείτε επίσης[επεξεργασία]

Μεταφράσεις[επεξεργασία]

Αναφορές[επεξεργασία]