μεταπλασμόν
Εμφάνιση
Μεσαιωνικά ελληνικά (gkm)
[επεξεργασία]
Προφορά
[επεξεργασία]- ΔΦΑ : /me.ta.plaˈzmon/ (10ος μ.Χ. αιώνας Βυζαντινή)
- τυπογραφικός συλλαβισμός : με‐τα‐πλα‐σμόν
- ομόηχο: μεταπλασμῶν
Κλιτικός τύπος ουσιαστικού
[επεξεργασία]μεταπλασμόν αρσενικό
Αρχαία ελληνικά (grc)
[επεξεργασία]
Προφορά
[επεξεργασία]- ΔΦΑ : /me.ta.plaˈzmon/ (4ος μ.Χ. αιώνας Κοινή)
- τυπογραφικός συλλαβισμός : με‐τᾰ‐πλᾰ‐σμόν
- ομόηχο: μετᾰπλᾰσμῶν
Κλιτικός τύπος ουσιαστικού
[επεξεργασία]μετᾰπλᾰσμόν αρσενικό