μετασύμπαν
Εμφάνιση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]
Ετυμολογία
[επεξεργασία]- μετασύμπαν < μετα- + σύμπαν, απόδοση για την αγγλική metaverse
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]μετασύμπαν ουδέτερο
- (κοσμολογία) σύμπαν που παράχθηκε από έκρηξη προγενέστερου σύμπαντος
- ⮡ Σύμφωνα με την αρχή του Hubble το σύμπαν μας αν συνεχίσει να διαστέλλεται θα εκραγεί και θα γεννήσει νέο μετασύμπαν.
Μεταφράσεις
[επεξεργασία]Κατηγορίες:
- Ουσιαστικά που κλίνονται όπως το 'μέλλον' (νέα ελληνικά)
- Ουσιαστικά ουδέτερα (νέα ελληνικά)
- Λέξεις με πρόθημα μετα- (νέα ελληνικά)
- Μεταφραστικές αποδόσεις από τα αγγλικά (νέα ελληνικά)
- Προέλευση λέξεων από τα αγγλικά (νέα ελληνικά)
- Νέα ελληνικά
- Ουσιαστικά (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (ελληνικά)