μεταχρωματίζω

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

μεταχρωματίζω < μετα- + χρωματίζω

Ρήμα[επεξεργασία]

μεταχρωματίζω (παθητική φωνή: μεταχρωματίζομαι)

Συγγενικά[επεξεργασία]

Κλίση[επεξεργασία]

Μεταφράσεις[επεξεργασία]