μετζίτι

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το μετζίτι τα μετζίτια
      γενική του μετζιτιού των μετζιτιών
    αιτιατική το μετζίτι τα μετζίτια
     κλητική μετζίτι μετζίτια
Οι καταλήξεις -ιού, -ια, -ιών προφέρονται με συνίζηση.
Κατηγορία όπως «τραγούδι» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία 1[επεξεργασία]

μετζίτι < (άμεσο δάνειο) τουρκική mecıt (νόμισμα) +

Προφορά[επεξεργασία]

ΔΦΑ : /meˈd͡zi.ti/
τυπογραφικός συλλαβισμός: με‐τζί‐τι

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

μετζίτι ουδέτερο

Μεταφράσεις[επεξεργασία]

Πηγές[επεξεργασία]

Ετυμολογία 2[επεξεργασία]

μετζίτι < λείπει η ετυμολογία

Δείτε επίσης[επεξεργασία]

Πηγές[επεξεργασία]

  • Ορφανός, Βασίλης (2020) Τουρκικά δάνεια στα Ελληνικά της Κρήτης, Propylaeum, Heidelberg University Library 2020 (DOI), download.σελ.1-405.pdf, 1η έκδοση:2014, σελ.164.