μηλαδέρφι
Εμφάνιση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | το | μηλαδέρφι | τα | μηλαδέρφια |
γενική | του | μηλαδερφιού | των | μηλαδερφιών |
αιτιατική | το | μηλαδέρφι | τα | μηλαδέρφια |
κλητική | μηλαδέρφι | μηλαδέρφια | ||
Οι καταλήξεις -ιού, -ια, -ιών προφέρονται με συνίζηση. | ||||
Κατηγορία όπως «τραγούδι» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
[επεξεργασία]- μηλαδέρφι < αλληλαδέρφι
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]μηλαδέρφι ουδέτερο
Άλλες μορφές
[επεξεργασία]
Μεταφράσεις
[επεξεργασία] μηλαδέρφι
|