μια
Εμφάνιση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]
Ετυμολογία
[επεξεργασία]- μια < → λείπει η ετυμολογία
Προφορά
[επεξεργασία]
Κλιτικός τύπος αντωνυμίας
[επεξεργασία]μια θηλυκό
Κλιτικός τύπος αριθμητικού
[επεξεργασία]μια θηλυκό
Κλιτικός τύπος άρθρου
[επεξεργασία]μια θηλυκό
Εκφράσεις
[επεξεργασία]
Μεταφράσεις
[επεξεργασία] μια
|