μικρανιψιά
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | η | μικρανιψιά | οι | μικρανιψιές |
γενική | της | μικρανιψιάς | των | μικρανιψιών |
αιτιατική | τη | μικρανιψιά | τις | μικρανιψιές |
κλητική | μικρανιψιά | μικρανιψιές | ||
Οι καταλήξεις προφέρονται με συνίζηση. | ||||
Κατηγορία όπως «καρδιά» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Προφορά[επεξεργασία]
- ΔΦΑ : /mi.kɾa.ni.psça/
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
μικρανιψιά θηλυκό
Άλλες μορφές[επεξεργασία]
Συγγενικά[επεξεργασία]
- μικρανιψιός
- → δείτε τις λέξεις μικρός και ανεψιός
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
μικρανιψιά
|
Κατηγορίες:
- Ουσιαστικά που κλίνονται όπως το 'καρδιά' (νέα ελληνικά)
- Ουσιαστικά θηλυκά (νέα ελληνικά)
- Ουσιαστικά με συνίζηση στην κατάληξη (νέα ελληνικά)
- Ουσιαστικά θηλυκά με συνίζηση στην κατάληξη (νέα ελληνικά)
- Λήμματα με προφορά ΔΦΑ (νέα ελληνικά)
- Νέα ελληνικά
- Ουσιαστικά (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (ελληνικά)