μικροδιαφοροποίηση

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

Αυτό το λήμμα χρειάζεται επιμέλεια,
ώστε να ανταποκρίνεται σε υψηλότερες προδιαγραφές συντακτικής ποιότητας ή μορφοποίησης.
↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η μικροδιαφοροποίηση οι μικροδιαφοροποιήσεις
      γενική της μικροδιαφοροποίησης* των μικροδιαφοροποιήσεων
    αιτιατική τη μικροδιαφοροποίηση τις μικροδιαφοροποιήσεις
     κλητική μικροδιαφοροποίηση μικροδιαφοροποιήσεις
* παλιότερος λόγιος τύπος, μικροδιαφοροποιήσεως
Κατηγορία όπως «δύναμη» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία [επεξεργασία]

μικροδιαφοροποίηση < μικρο- + διαφοροποίηση

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

μικροδιαφοροποίηση θηλυκό

Δείτε επίσης[επεξεργασία]

Μεταφράσεις[επεξεργασία]