μικροπαλαιοντολογικός
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- μικροπαλαιοντολογικός < μικροπαλαιοντολογ(ία) + -ικός • Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;
Επίθετο[επεξεργασία]
μικροπαλαιοντολογικός -ή, -ό
- ο σχετικός με την μικροπαλαιοντολογία
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
μικροπαλαιοντολογικός
|
Κατηγορίες:
- Επέκταση
- Επίθετα που κλίνονται όπως το 'καλός' (νέα ελληνικά)
- Πρότυπο el 'καλός' red links -ής
- Λέξεις με επίθημα -ικός (νέα ελληνικά)
- Επέκταση ετυμολογίας (νέα ελληνικά)
- Νέα ελληνικά
- Επίθετα (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (ελληνικά)
- Λήμματα με τουλάχιστον 20 γράμματα (νέα ελληνικά)