μικροπαραβατικότητα

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η μικροπαραβατικότητα οι μικροπαραβατικότητες
      γενική της μικροπαραβατικότητας των μικροπαραβατικοτήτων
    αιτιατική τη μικροπαραβατικότητα τις μικροπαραβατικότητες
     κλητική μικροπαραβατικότητα μικροπαραβατικότητες
Κατηγορία όπως «σάλπιγγα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία [επεξεργασία]

μικροπαραβατικότητα < μικρο- + παραβατικότητα

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

μικροπαραβατικότητα θηλυκό

Συγγενικά[επεξεργασία]

Μεταφράσεις[επεξεργασία]