μικρορραδιοῦργος

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

καθαρεύουσα (κατά την αρχαία κλίση)
→ γένη αρσενικό & θηλυκό ουδέτερο
↓ πτώσεις       ενικός      
ονομαστική / μικρορραδιοῦργος τὸ μικρορραδιοῦργον
      γενική τοῦ/τῆς μικρορραδιούργου τοῦ μικρορραδιούργου
      δοτική τῷ/τῇ μικρορραδιούργ τῷ μικρορραδιούργ
    αιτιατική τὸν/τὴν μικρορραδιοῦργον τὸ μικρορραδιοῦργον
     κλητική ! μικρορραδιοῦργε μικρορραδιοῦργον
↓ πτώσεις   πληθυντικός  
ονομαστική οἱ/αἱ μικρορραδιοῦργοι τὰ μικρορραδιοῦργα
      γενική τῶν μικρορραδιούργων τῶν μικρορραδιούργων
      δοτική τοῖς/ταῖς μικρορραδιούργοις τοῖς μικρορραδιούργοις
    αιτιατική τοὺς/τὰς μικρορραδιούργους τὰ μικρορραδιοῦργα
     κλητική ! μικρορραδιοῦργοι μικρορραδιοῦργα
2η κλίση, Κατηγορία 'δύσκολος' όπως «χυδαῖος» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές

Ετυμολογία [επεξεργασία]

μικρορραδιοῦργος: μικροῤῥαδιοῦργος από το 1868[1] αλλά γραφή μικροραδιοῦργος ήδη το 1851. Μορφολογικά αναλύεται σε μικρο- + αρχαία ελληνική ῥᾳδιουργός (επιπόλαιος, στην ελληνιστική σημασία: πονηρός, μηχανορράφος) με μετακίνηση τόνου.[2]

Προφορά[επεξεργασία]

ΔΦΑ : /mi.kɾo.ɾa.ðiˈuɾ.ɣos/
τυπογραφικός συλλαβισμός: μι‐κρορ‐ρα‐δι‐ούρ‐γος

Επίθετο[επεξεργασία]

μικρορραδιοῦργος, -ος, -ον (Χρειάζεται τεκμηρίωση…)

  • (καθαρεύουσα) που είναι ραδιούργος (με υποκοριστική σημασία), μηχανορράφος για μικροπράγματα, άτομο που κάνει μικρές ραδιουργίες → δείτε και τη λέξη μικροαπατεώνας
    ※  Λέγεται λοιπόν περὶ αὐτῶν, ὅτι ἧσαν, ἂν λάβῃ μάλιστα ἰδίως ὑπ’ ὄψιν τις καὶ τὰς κρίσεις τῆς Ἀγίας Φιλοθέης, φιλύποπτοι, φιλοχρήματοι, μικρορραδιοῦργοι, κουτοπόνηροι, δεισιδαίμονες, προληπτικοί, φανατικοί, ἐκδικητικοί, δύσπιστοι, βωμολόχοι, φιλοσκώμμονες...
    Καμπούρογλου, Δημήτριος (1896), Ιστορία των Αθηναίων, τόμος Γ′, Εν Αθήναις: Καταστήματα Σπ. Κουσουλίνου, σελ. 139
    ※  Τὰς παραχωρηθείσας ὅμως μεταρρυθμίσεις, ανετέθη εἰς τοὺς ἐν Κωνσταντινουπόλει πρεσβευτές, νὰ διεκπεραιώσωσιν· οἱ πλεῖστοι ὅμως ἐξ αὐτῶν ράθυμοι, βλάκες ἐκ περιωπῆς καὶ μικρορραδιούργοι κατέτρωγον τὸν καιρὸν εἰς μικροσυζητήσεις.
    Χατζηγιαννάκογλος, Γιώργος (1905), Ο πολιτικός βίος του κου Θ. Π. Δεληγιάννη και των άλλων, σελ. 131 (Χρειάζεται έλεγχο η ορθογραφία)

Άλλες γραφές[επεξεργασία]

  • μικροῤῥαδιοῦργος (για το ῤῥ → δείτε το διπλό σύμφωνο ρρ))
  • μικροραδιοῦργος (για την εναλλαγή δύο ή ενός ρο → δείτε ρρ)

Συγγενικά[επεξεργασία]

Αναφορές[επεξεργασία]

  1. σελ. 659, Τόμος Β΄ - Κουμανούδης, Στέφανος Αθ. (1900) Συναγωγή νέων λέξεων υπό των λογίων πλασθεισών από της Αλώσεως μέχρι των καθ’ ημάς χρόνων. Τόμοι: 2 (Εισαγωγή,@anemi). Εν Αθήναις: Τύποις Π. Δ. Σακελλαρίου
  2. ραδιούργος - Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής (1998) του Ιδρύματος Μανόλη Τριανταφυλλίδη (συντομογραφίες-σύμβολα). Η Πύλη για την ελληνική γλώσσα, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας