μικροφιλότιμος
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- μικροφιλότιμος < (διαχρονικό δάνειο) ελληνιστική κοινή μικροφιλότιμος < μικρο- + φιλότιμος
Προφορά[επεξεργασία]
- ΔΦΑ : /mi.kɾo.fiˈlo.ti.mos/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : μι‐κρο‐φι‐λό‐τι‐μος
Επίθετο[επεξεργασία]
μικροφιλότιμος, -η, -ο
- που δείχνει φιλοτιμία για ασήμαντα πράγματα
- ※ 2016 το (πικρό) χαμόγελο στα χείλη…»], Η Καθημερινή, 30.10.2016.
- οι «ανώτεροι» (ιεραρχικά), κάποιοι από αυτούς άνθρωποι όχι μεγάλης αντίληψης, εγωιστές, μικροφιλότιμοι και εκδικητικοί και άλλοι υπερφίαλα παιδιά ή «σαν άτακτες αρσακειάδες»
- ※ 19ος αιώνας Άπαντα Κολοκοτρώνη, Γ. Μέρμηγκας, Ιστορικές Εκδόσεις 1821 @books.google
- Εις τοιαύτας απευκταίας και φρικτάς περιστάσεις, άνθρωποι μικρόψυχοι και μικροφιλότιμοι αποβαίνουσι πολλάκις αδικίες και βδελυρίας αθληταί, μισάλληλοι και απανθρωπότεροι, συνεχώς υπό σάλου παντοίων παθών αγριαίνοντες, και μηδέποτε ήρεμούντες
- ※ 2016 το (πικρό) χαμόγελο στα χείλη…»], Η Καθημερινή, 30.10.2016.
Συγγενικά[επεξεργασία]
- μικροφιλοτιμία
- μικροφιλότιμο (ουδέτερο)
→ και δείτε τις λέξεις μικρός και φιλότιμος
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
μικροφιλότιμος
|
Πηγές[επεξεργασία]
- Μπαμπινιώτης, Γεώργιος (2002). Λεξικό της νέας ελληνικής γλώσσας (Βʹ έκδοση). Αθήνα: Κέντρο Λεξικολογίας. (Αʹ έκδοση: 1998)
Αρχαία ελληνικά (grc)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- μικροφιλότιμος (ελληνιστική κοινή) < αρχαία ελληνική μικρο- + φιλότιμος
Επίθετο[επεξεργασία]
μικροφιλότιμος, -ος, -ον
- (ελληνιστική κοινή) μικροφιλότιμος, που επιζητάει διακρίσεις για ασήμαντα πράγματα
Παράγωγα[επεξεργασία]
Συγγενικά[επεξεργασία]
→ και δείτε τις λέξεις μικρός, φίλος και τιμή
Πηγές[επεξεργασία]
- μικροφιλότιμος - Επιτομή του Λεξικού Λίντελ-Σκοτ, Λεξικό της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας (Επιτομή του Μεγάλου Λεξικού, εκδ. Πελεκάνος, 2007), Ψηφίδες στο Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας, 2012
- μικροφιλότιμος - ΛΟΓΕΙΟΝ (αγγλικά, από το 2011) Λεξικά για την αρχαία ελληνική και λατινική γλώσσα (στα αγγλικά, γαλλικά, ισπανικά, κ.λπ.) Πανεπιστήμιο του Σικάγου.
Κατηγορίες:
- Επίθετα που κλίνονται όπως το 'όμορφος' (νέα ελληνικά)
- Λόγια διαχρονικά δάνεια από την ελληνιστική κοινή (νέα ελληνικά)
- Προέλευση λέξεων από την ελληνιστική κοινή (νέα ελληνικά)
- Λέξεις με πρόθημα μικρο- (νέα ελληνικά)
- Λέξεις με πρόθημα φιλό- (νέα ελληνικά)
- Λήμματα με προφορά ΔΦΑ (νέα ελληνικά)
- Νέα ελληνικά
- Επίθετα (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (νέα ελληνικά)
- Λήμματα με παραθέματα τύπου (νέα ελληνικά)
- Λήμματα με παραθέματα 19ου αιώνα (νέα ελληνικά)
- Επίθετα με κλίση όπως το 'δύσκολος' (αρχαία ελληνικά)
- Επίθετα 2ης κλίσης (ελληνιστική κοινή)
- Επίθετα που κλίνονται όπως το 'δύσκολος' (ελληνιστική κοινή)
- Λέξεις προπαροξύτονες (ελληνιστική κοινή)
- Επίθετα προπαροξύτονα (ελληνιστική κοινή)
- Προέλευση λέξεων από τα αρχαία ελληνικά (ελληνιστική κοινή)
- Παραγωγή λέξεων από τα αρχαία ελληνικά (ελληνιστική κοινή)
- Λέξεις με πρόθημα μικρο- (ελληνιστική κοινή)
- Λέξεις με πρόθημα φιλό- (ελληνιστική κοινή)
- Ελληνιστική κοινή
- Επίθετα (ελληνιστική κοινή)
- Αντίστροφο λεξικό (αρχαία ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (ελληνικά)