μιμήσεων
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Κλιτικός τύπος ουσιαστικού[επεξεργασία]
μιμήσεων θηλυκό
- γενική πληθυντικού του μίμηση
μιμήσεων θηλυκό