μισόγυμνος
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Προφορά[επεξεργασία]
- ΔΦΑ : /miˈso.ʝi.mnos/
Επίθετο[επεξεργασία]
μισόγυμνος, -η, ο
Συνώνυμα[επεξεργασία]
- ημίγυμνος (επίσημο)
- μισοντυμένος
Αντώνυμα[επεξεργασία]
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
μισόγυμνος